Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αεροναυπηγός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αεροναυπηγός [aɛrɔnafpiˈɣɔs] SUBST mf

αεροναυπηγός
Luftfahrtingenieur(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский