Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποπλάνηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποπλάνησ|η <-εις> [apɔˈplanisi] SUBST θηλ

1. αποπλάνηση (ανηλίκου):

αποπλάνηση
Verführung θηλ

2. αποπλάνηση (παραπλάνηση):

αποπλάνηση
Irreführung θηλ

3. αποπλάνηση ΦΥΣ:

αποπλάνηση
Aberration θηλ
πλανητική αποπλάνηση
πλανητική αποπλάνηση

Παραδειγματικές φράσεις με αποπλάνηση

πλανητική αποπλάνηση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский