Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απρόθυμος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απρόθυμ|ος <-η, -ο> [aˈprɔθimɔs] ΕΠΊΘ

1. απρόθυμος (να κάνω κάτι):

απρόθυμος
φαίνομαι απρόθυμος να κάνω κάτι

2. απρόθυμος (να βοηθήσω):

απρόθυμος

3. απρόθυμος (που δεν του αρέσει κάτι):

4. απρόθυμος (πωλητής: που δεν έχει όρεξη να εξυπηρετήσει):

απρόθυμος

Παραδειγματικές φράσεις με απρόθυμος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский