Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απόκειται“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απόκειται [aˈpɔcitɛ] VERB αμετάβ unpers

Παραδειγματικές φράσεις με απόκειται

απόκειται σ' αυτόν να το κάνει

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский