Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απόκλιση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απόκλισ|η <-εις> [aˈpɔklisi] SUBST θηλ

1. απόκλιση (γενικά: εκτροπή):

απόκλιση
Abweichung θηλ
μαγνητική απόκλιση
μέση απόκλιση
σφαιρική απόκλιση
Ablenkspule θηλ

2. απόκλιση ΜΑΘ:

απόκλιση
Divergenz θηλ

3. απόκλιση ΑΣΤΡΟΝ:

απόκλιση
Deklination θηλ

4. απόκλιση μτφ (τάση προς κάτι):

απόκλιση προς
Neigung θηλ zu
τυπική απόκλιση θηλ ΜΑΘ

Παραδειγματικές φράσεις με απόκλιση

μαγνητική απόκλιση
μέση απόκλιση
σφαιρική απόκλιση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский