Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αρτεσιανό αρτεσιανό φρέαρ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αρτεσιανό (φρέαρ) <αρτεσιανού (φρέατος)> [artɛsiaˈnɔ (ˈfrɛar)] SUBST ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με αρτεσιανό αρτεσιανό φρέαρ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский