Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αύρα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αύρα [ˈavra] SUBST θηλ

1. αύρα (ελαφρό φύσημα):

αύρα
Brise θηλ
θαλάσσια αύρα
Meeresbrise θηλ

2. αύρα (αστυνομικό αυτοκίνητο):

αύρα

Παραδειγματικές φράσεις με αύρα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский