Ελληνικά » Γερμανικά

βολάν [vɔˈlan] SUBST ουδ αμετάβλ

1. βολάν (τιμόνι):

βολάν
Lenkrad ουδ

2. βολάν (σε φόρεμα):

βολάν
Volant αρσ

φέιγ βολάν [ˈfɛiɣ vɔˈlan] SUBST ουδ αμετάβλ

φέιγ βολάν
Flugblatt ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский