Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δίοδος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δίοδος [ˈðiɔðɔs] SUBST θηλ

1. δίοδος (με όχημα, για όχημα):

δίοδος
Durchfahrt θηλ

2. δίοδος (με τα πόδια, για πεζούς):

δίοδος
Durchgang αρσ

3. δίοδος (σε γήπεδο τένις):

δίοδος
Gasse θηλ

4. δίοδος ΗΛΕΚ:

δίοδος
Diode θηλ
δίοδος αναφοράς
Referenzdiode θηλ
δίοδος αερίου
Gasdiode θηλ
δίοδος απομόνωσης
Trenndiode θηλ
δίοδος γερμανίου

Παραδειγματικές φράσεις με δίοδος

δίοδος θηλ ανορθωτή
Trenndiode θηλ
δίοδος γερμανίου
δίοδος αερίου
Gasdiode θηλ
δίοδος αναφοράς

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский