Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διάβα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διάβα [ˈðjava] SUBST ουδ αμετάβλ

1. διάβα (ζωής, χρόνου, ποταμού):

διάβα
Lauf αρσ

2. διάβα (ανθρώπου):

διάβα
Vorbeigehen ουδ
στο διάβα του/της

Παραδειγματικές φράσεις με διάβα

στο διάβα του/της

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский