Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διάκριση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διάκρισ|η <-εις> [ðiˈakrisi] SUBST θηλ

3. διάκριση (διακριτικότητα):

διάκριση
Diskretion θηλ
φέρεται με πολλή διάκριση

4. διάκριση (τιμητική αναγνώριση):

διάκριση
Auszeichnung θηλ
τιμητική διάκριση
τιμητική διάκριση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский