Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διατίμηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διατίμησ|η <-εις> [ðiaˈtimisi] SUBST θηλ

1. διατίμηση (καθορισμός της τιμής):

διατίμηση

2. διατίμηση (καθορισμένη τιμή):

διατίμηση
Tarif αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский