Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: διενέργεια , διενεργώ , απενεργοποιώ και ραδιενέργεια

διεν|εργώ <-εργείς, -ήργησα, -εργήθηκα, -εργημένος> [ðiɛnɛrˈɣɔ] VERB μεταβ

διενέργεια [ðiɛˈnɛrjia] SUBST θηλ

ραδιενέργεια [raðiɛˈnɛrjia] SUBST θηλ

απενεργοποι|ώ <-εις, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [apɛnɛrɣɔpiˈɔ] VERB μεταβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский