Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δονητής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δονητής [ðɔniˈtis] SUBST αρσ ΜΗΧΑΝΙΚΉ

δονητής (για μασάζ, ερωτικός)
Vibrator αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский