Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δυνάστης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δυνάστης (δυνάστρια) [ðiˈnastis, ðiˈnastria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. δυνάστης (απόλυτος άρχοντας):

δυνάστης (δυνάστρια)
Gewaltherrscher(in) αρσ (θηλ)

2. δυνάστης μτφ (άνθρωπος τυραννικός):

δυνάστης (δυνάστρια)
Tyrann(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский