Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δυναμό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δυναμό [ðinaˈmɔ] SUBST ουδ αμετάβλ

1. δυναμό:

δυναμό
Dynamo αρσ

2. δυναμό (αυτοκινήτου):

δυναμό
Lichtmaschine θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский