Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ελατόφυτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ελατόφυτ|ος <-η, -ο> [ɛlaˈtɔfitɔs] ΕΠΊΘ

ελατόφυτος
mit Tannen bepflanzt, Tannen-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский