Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επείγομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επείγομαι [ɛˈpiɣɔmɛ] VERB αμετάβ nur präs und imperf

επείγομαι
επείγομαι να φύγω

Παραδειγματικές φράσεις με επείγομαι

επείγομαι
επείγομαι να φύγω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский