Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επικαλούμενος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επικαλούμεν|ος <-η, -ο> [ɛpikaˈlumɛnɔs] ΕΠΊΘ

... ο επικαλούμενος Χ
..., auch genannt X

Παραδειγματικές φράσεις με επικαλούμενος

... ο επικαλούμενος Χ
..., auch genannt X

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский