Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ζορμπάς“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ζορμπ|άς <-άδες> [zɔrˈbas] SUBST αρσ

1. ζορμπάς (βίαιος άνθρωπος):

ζορμπάς
Gewaltmensch αρσ

2. ζορμπάς (που ζει έντονη και αντισυμβατική ζωή):

ζορμπάς

3. ζορμπάς (επαναστάτης):

ζορμπάς
Rebell αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский