Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ζωντάνεμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ζωντάνεμα [zɔnˈdanɛma] SUBST ουδ

1. ζωντάνεμα (ζωογόνηση):

ζωντάνεμα
Belebung θηλ

2. ζωντάνεμα (αναβίωση):

ζωντάνεμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский