Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θυλάκιο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θυλάκιο [θiˈlaciɔ] SUBST ουδ ΒΙΟΛ

θυλάκιο
Follikel αρσ
λεμφικό θυλάκιο

Παραδειγματικές φράσεις με θυλάκιο

λεμφικό θυλάκιο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский