Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καταστηματάρχης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καταστηματάρχης (καταστηματάρχισσα) [katastimaˈtarçis, katastimaˈtarçisa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. καταστηματάρχης (ιδιοκτήτης):

καταστηματάρχης (καταστηματάρχισσα)
Geschäftsinhaber(in) αρσ (θηλ)

2. καταστηματάρχης (προϊστάμενος):

καταστηματάρχης (καταστηματάρχισσα)
Verkaufsstellenleiter(in) αρσ (θηλ)
καταστηματάρχης (καταστηματάρχισσα)
Filialleiter(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский