Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κωπηλάτης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κωπηλάτης (κωπηλάτισσα) [kɔpiˈlatis, kɔpiˈlatisa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

κωπηλάτης (κωπηλάτισσα)
Ruderer αρσ (Ruderin) θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский