Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μονομαχώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μονομαχ|ώ <-είς, -ησα> [mɔnɔmaˈxɔ] VERB αμετάβ

μονομαχώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский