Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μπαρκάρισμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μπαρκάρισμα [barˈkarizma] SUBST ουδ

μπαρκάρισμα
Einschiffung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский