Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξεπροβοδίζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ξεπροβοδί|ζω <-σα> [ksɛprɔvɔˈðizɔ], ξεπροβοδ|ώ [ksɛprɔvɔˈðɔ] <-άς, -ησα> VERB μεταβ

ξεπροβοδίζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский