Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „οικοδομική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

οικοδομική [ikɔðɔmiˈci] SUBST θηλ

οικοδομική
Baukunst θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με οικοδομική

οικοδομική ξυλεία
Bauholz ουδ
οικοδομική επιχείρηση
οικοδομική επένδυση
οικοδομική εταιρεία
οικοδομική ύλη
οικοδομική πίστωση
Baukredit αρσ
οικοδομική υποθήκη
οικοδομική βιομηχανία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский