Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ολίσθηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ολίσθησ|η <-εις> [ɔˈlisθisi] SUBST θηλ

ολίσθηση
Rutsch αρσ
ολίσθηση του εδάφους
Erdrutsch αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με ολίσθηση

ολίσθηση του εδάφους
Erdrutsch αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский