Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παρκάρω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παρκάρ|ω <-ισα [ή -α], -ισμένος> [parˈkarɔ] VERB μεταβ/αμετάβ

παρκάρω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский