Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παταγώδης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παταγώδ|ης <-ης, -ες> [pataˈɣɔðis] ΕΠΊΘ

1. παταγώδης (αποκάλυψη):

παταγώδης

2. παταγώδης (αποτυχία):

παταγώδης
ήταν παταγώδης αποτυχία

Παραδειγματικές φράσεις με παταγώδης

ήταν παταγώδης αποτυχία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский