Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πολυμοριακός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πολυμοριακ|ός <-ή, -ό> [pɔlimɔriaˈkɔs] ΕΠΊΘ ΧΗΜ

πολυμοριακός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский