Ελληνικά » Γερμανικά
προσωρινός (παροδικός)

Παραδειγματικές φράσεις με προσωρινός

προσωρινός ισολογισμός
προσωρινός προϋπολογισμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский