Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συναισθηματικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συναισθηματικ|ός <-ή, -ό> [sinɛsθimatiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. συναισθηματικός (αναφερόμενος στο συναίσθημα):

συναισθηματικός
Gefühls-

2. συναισθηματικός (τραγούδι, άνθρωπος):

συναισθηματικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский