Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τυραννώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τυρανν|ώ <-είς [ή -άς], -ησα, -ήθηκα [ή -ίστηκα], -ισμένος> [tiraˈnɔ] VERB μεταβ

1. τυραννώ (είμαι τύραννος, ενεργώ σαν τύραννος):

τυραννώ

2. τυραννώ μτφ (βασανίζω):

τυραννώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский