Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υπερασπίζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . υπερασπ|ίζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [ipɛrasˈpizɔ] VERB μεταβ ΝΟΜ

υπερασπίζω

II . υπερασπ|ίζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [ipɛrasˈpizɔ] VERB αποθ ρήμα μεταβ

III . υπερασπίζομαι VERB αυτοπ ρήμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский