Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ωοθυλάκιο , ωοθηκικός και ωοθήκη

ωοθηκικ|ός <-ή, -ό> [ɔɔθiciˈkɔs] ΕΠΊΘ

ωοθυλάκιο [ɔɔθiˈlaciɔ] SUBST ουδ

ωοθήκη [ɔɔˈθici] SUBST θηλ

1. ωοθήκη ΒΙΟΛ:

Eierstock αρσ

2. ωοθήκη ΒΟΤ:

Fruchtknoten αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский