Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ακίδα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ακίδα [aˈciða] SUBST θηλ

1. ακίδα (αιχμή):

ακίδα
Spitze θηλ

2. ακίδα (κομματάκι ξύλο):

ακίδα
Splitter αρσ

3. ακίδα (βελόνα):

ακίδα
Nadel θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский