Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ακριανός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ακριαν|ός <-ή, -ό> [akriaˈnɔs] ΕΠΊΘ

1. ακριανός (βρισκόμενος στο τέρμα):

ακριανός
End-

2. ακριανός (βρισκόμενος στη γωνία):

ακριανός
Eck-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский