Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απεργοσπασία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απεργοσπασία [apɛrɣɔspaˈsia] SUBST θηλ

απεργοσπασία
Streikbruch αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский