Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ασχημάνθρωπος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ασχημάνθρωπος [asçiˈmanθrɔpɔs], ασκημάνθρωπος [asciˈmanθrɔpɔs] SUBST αρσ

ασχημάνθρωπος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский