Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επέλαση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επέλασ|η <-εις> [ɛˈpɛlasi] SUBST θηλ

1. επέλαση ΣΤΡΑΤ:

επέλαση
Attacke θηλ
κάνω επέλαση σε κάτι

2. επέλαση σπορ:

επέλαση
Angriff αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με επέλαση

κάνω επέλαση σε κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский