Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επιτηρώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επιτηρ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [ɛpitiˈrɔ] VERB μεταβ

επιτηρώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский