Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: θετικιστής , θετικιστικός , θετικότητα και θετικισμός

θετικιστής (θετικίστρια) [θɛticisˈtis, θɛtiˈcistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

θετικιστής (θετικίστρια)
Positivist(in) αρσ (θηλ)

θετικιστικ|ός <-ή, -ό> [θɛticistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

θετικισμός [θɛticizˈmɔs] SUBST αρσ

θετικότητα [θɛtiˈkɔtita] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский