Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μετάβαση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μετάβασ|η <-εις> [mɛˈtavasi] SUBST θηλ

1. μετάβαση (ως πεζός):

μετάβαση
Gang αρσ

2. μετάβαση (με όχημα):

μετάβαση
Fahrt θηλ

3. μετάβαση (από μια κατάσταση σε άλλη):

μετάβαση σε
Übergang αρσ zu
η μετάβαση από το ένα θέμα στο άλλο

Παραδειγματικές φράσεις με μετάβαση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский