Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ορειβασία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ορειβασία [ɔrivaˈsia] SUBST θηλ

ορειβασία
Bergsteigen ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με ορειβασία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский