Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παππούς“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παππ|ούς <-ούδες> [paˈpus] SUBST αρσ

1. παππούς (πατέρας πατρός ή μητέρας):

παππούς
Großvater αρσ

2. παππούς (στη γλώσσα των παιδιών):

παππούς
Opa αρσ

3. παππούς (γενικότερα: γέρος):

παππούς
alter Mann αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με παππούς

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский