Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σιγοβρέχει“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σιγοβρέχει [siɣɔˈvrɛçi] VERB απρόσ ρήμα nur präs und imperf

σιγοβρέχει

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский