Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συγκυρία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συγκυρία [siɲɟiˈria] SUBST θηλ

1. συγκυρία (συνθήκες):

συγκυρία
Umstände αρσ πλ

2. συγκυρία ΟΙΚΟΝ:

οικονομική συγκυρία
Konjunktur θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με συγκυρία

οικονομική συγκυρία
Konjunktur θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский