Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τέλειωμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τέλειωμα [ˈtɛʎɔma] SUBST ουδ

1. τέλειωμα (περάτωση):

τέλειωμα
Beendigung θηλ

2. τέλειωμα (αποθεμάτων):

τέλειωμα
Ende ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский